Τρίτη 7 Απριλίου 2015

Μεγάλη Τετάρτη - Ἡ ἁμαρτωλός

Παίρνει καὶ ἡ ψυχὴ αὐτὴ μέρος στὸ θεῖο δράμα. Ἐκεῖ, στὸ περιθώριο τοῦ Πάθους, παίζει κι αὐτὴ τὸ ρόλο της, τὸν τόσο διδακτικὸ παρ᾿ ὅλη τὴν ἄφρονη ζωή της, τὸν τόσο τίμιο παρ᾿ ὅλη τήν, μέχρι τότε, ἀτιμωτικὴ διαγωγή της.
Ὁ Κύριος, λίγες ἡμέρες πρὸ τοῦ Πάθους, κάθεται προσκεκλημένος στὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου Σίμωνος. Δὲν εἶναι φάγος καὶ πότης. Μὰ ἐδῶ πρόκειται νὰ γίνη κάτι ποὺ «ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ Εὐαγγέλιον... ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη» (Ματθ. 26, 13). Πρόκειται μία ψυχὴ ν᾿ ἀποδείξη μὲ τρόπο χειροπιαστὸ τὴ συντριβή της ποὺ συντρίβει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας. Μία ψυχὴ πού, γιὰ τὸν Χριστό, ἔχει ἀξία ἀνείπωτη, περισσότερη ἀπ᾿ ὅ,τι ἔχουν ὅλα μαζὶ τ᾿ ἀγαθά του Σίμωνος. Πρὸς χάριν τῆς ψυχῆς αὐτῆς ὁ Κύριος γίνεται συνδαιτημῶν στὸ δεῖπνο τοῦ Φαρισαίου.

Καὶ νὰ ὅτι μέσα στὴ λαμπρὴ ἐκείνη ἀτμόσφαιρα, πού, παρ᾿ ὅλη τὴν ἐπιφάνεια, κρύβει βαθειὰ ὑποκρισία καὶ κακότητα, διασκελίζει τὸ κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ μία γυναίκα. Δὲν εἶναι ἄγνωστη. Ὄχι. Εἶναι ἡ παραστρατημένη τῆς γειτονιᾶς... Γνωστὴ σὲ ὅλους πού, σὰν τὶς λευκὲς κι ἀμόλυντες περιστερές, περιτριγυρίζουν τώρα τὴν ἐνσάρκωση τῆς ἁγιότητας, τὸν Κύριο. Ἡ ὑποκριτικὴ ψυχή τους, τοὺς ἀναγκάζει νὰ τῆς ρίξουν βλέμματα περιφρονητικά. Καὶ ταυτόχρονα νὰ διερωτηθοῦν, σὰν τί ἄραγε νὰ ζητοῦσε στὸ σπίτι αὐτό, ἡ διεφθαρμένη...

Τὸ βάδισμά της εἶναι διστακτικό. Καμμιὰ προκλητικότητα στὶς βαρειές της κινήσεις. Τὰ μάτια της πού, ἄλλοτε, ἔπαιζαν πρωτεύοντα ρόλο, στὴν ἄγρα τῶν θυμάτων, τώρα κατεβασμένα, χαμηλωμένα, ταπεινά, βλέπουν τὴ γῆ μέσα ἀπὸ φακοὺς βρεγμένους. Τὰ μαλλιά της ποὺ χύνονται στοὺς ὤμους της, τούτη τὴ βραδιὰ φαίνεται πὼς κάποιον ἄλλο ρόλο ἑτοιμάζονται νὰ παίξουν. Τὸ φέρσιμό της, συσταλτικό, εἶναι τόσο δαφορετικό, τόσο ἐπιβλητικὸ ἀπόψε, λὲς κι ἀπότομα ἄλλαξε σκοποὺς ἡ γυναίκα, κι ἔχει κάτι τὸ βαρυσήμαντο νὰ πεῖ καὶ νὰ κάνει.

Καὶ νά! Μὲ βῆμα ἤρεμο, σιγαλὸ μὰ καὶ σταθερό, πλησιάζει Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὁ τιμώμενος τῆς βραδιᾶς. Κι Ἐκεῖνος τὴν παρακολουθεῖ. Καὶ τὴν ἀφήνει.

Νοιώθοντας, μὲ τὸ ἀλάθητο αἰσθητήριό της, τὴ μεγαλοσύνη Του, πλησιάζει κοντά. Κι ἐνῷ τὰ μάτια στυλώνονται στὴ γῆ, τὰ γόνατα λυγίζουν καὶ τὰ δάκρυα χύνονται μ᾿ ἀναφιλητὰ καὶ στεναγμούς. Κι ἐκεῖ, τὴ στιγμὴ ποὺ ἕνα πλάσμα πεσμένο στὰ πόδια τοῦ Πλάστη καὶ Θεοῦ του, ζητᾶ τὴν ἐξιλέωση καὶ βρίσκει τὴ γαλήνη, ἡ ἀνθρώπινη κακία, ξεκινώντας ἀπὸ διαφορετικὲς σκοπιές, εἴτε μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Φαρισαίου, εἴτε μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Ἰούδα, σπεύδει νὰ βυθιστεῖ στὴν ἄβυσσο τοῦ Θανάτου.

Ὁ Κύριος εὐσπλαχνίζεται. Δέχεται τὴ μετάνοια. Παραχωρεῖ τὴν ἄφεση. Γιατὶ ἂν ὁ Κύριος μισεῖ θανάσιμα τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀποστρέφεται μὲ ὀργή, ὅμως ἀγαπᾶ στοργικά, πατρικά, ἀνέφελα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν συναναστρέφεται.

Γιὰ τοὺς ἄλλους ἦταν μία ἀποκάλυψη αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὸ σπίτι τοῦ Φαρισαίου. Γιατὶ γιὰ πρώτη φορὰ ἔβλεπαν νὰ ἐγκαινιάζεται μία νέα τάξις πραγμάτων, τελείως διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ ἡ τυπικότης καὶ αὐστηρότητα τοῦ Νόμου εἶχεν ἐγκαθιδρύσει. Ἔπαιρναν σὰν προσωπική τους ἐμπειρία ὁ καθένας τὸ νόημα τῆς Χάριτος πού, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν Νόμο, ἐρχόταν πλέον νὰ σφραγίση τὴ νέα Διαθήκη τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ πράξη τῆς γυναίκας ἐκείνης ἔμεινε στὴν ἱστορία. Γιατὶ ὄχι μόνον ἦταν μία παραφωνία γιὰ τὴν ἐποχή της, ἀλλὰ ἀκόμα γιατὶ προδίκαζε τὴ στάση τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στὸ μεγάλο πρόβλημα τῆς ἁμαρτίας.

Δυὸ θαυμάσια διδάγματα ξεπηδοῦν ἀπ᾿ τὴν ἱστορία. Τὸ ἕνα ἀπὸ μέρους τοῦ πομποῦ -τῆς γυναίκας. Τὸ ἄλλο ἀπὸ μέρους τοῦ δέκτου -τοῦ Ἰησοῦ.

Ἡ γυναίκα στὴ μορφὴ τῆς κρύβει ὅλους μας. Ἂς μὴ παραξενευθεῖ κανεὶς ὅτι δῆθεν τὸν παρομοιάζουμε μὲ μία τέτοια βδελυρὴ προσωπικότητα. Γιατὶ ἂν ὁ ἄνθρωπος ἔμαθε νὰ κάνη διακρίσεις καὶ νὰ κατατάσσει σὲ ποιότητες τὶς ἁμαρτίες του, δὲν συμβαίνει βέβαια τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸν δὲν ὑπάρχουν ἁμαρτίες μεγάλες κι ἁμαρτίες μικρές, βδελυρὲς ἢ ἐλαφρές, σοβαρὲς ἢ ἐπιπόλαιες. Ἀπέναντί Του ὅλοι μας βρισκόμαστε στὸν ἴδιο παρονομαστή. Ἀφοῦ ὁ «πταίσας ἐν ἐνὶ γέγονε πάντων ἔνοχος». Ἔτσι τὴ συντριβὴ ποὺ ἡ γυναίκα ἐκείνη αἰσθάνθηκε, θὰ πρέπη ὅλοι μας νὰ αἰσθανθοῦμε στὸν ἴδιο, ἂν ὄχι σὲ μεγαλύτερο, βαθμό. Κι αὐτὸ ἀδιάφορο, ἄν, κατὰ τὴν ὑποκειμενική μας κρίσι, ἐμεῖς ἀπέχομε πολὺ ἀπ᾿ τὸ βάραθρο ὅπου ἐκείνη εἶχε καταπέσει.

Ἂς ἀφήσουμε τὶς ὑποκειμενικότητες καὶ τὶς συμβατικότητες τῆς ζωῆς. Κι ἂς διδαχθοῦμε τὸ μάθημα τῆς συντριβῆς μπρὸς στὸν ὕψιστο Θεό. Ἡ γυναίκα ποὺ τὴ βραδιὰ ἐκείνη «ἤπλωσε τὰς τρίχας» πρὸς τὸν Δεσπότη, καὶ μὲ τὸ μύρο ἄλειψε τοὺς παναχράντους Του πόδας, ἂς γίνη χειραγωγός μας -καὶ αὐτὴ ἡ παραστρατημένη- πρὸς τὸν Χριστό, τὸν Μέγαν Εὐεργέτη. Κι ἂς κινήσει καὶ στὶς δικές μας ψυχές, τὶς εὐαίσθητες χορδὲς ποὺ ἡ συνείδησή μας φέρει, προκειμένου νὰ ὁδοποιήση τὴν πορεία τῆς ἐπιστροφῆς μας πρὸς τὸν Χριστό.

Καὶ κάτι ἄλλο. Στὴν ἀγαθὴ πρόκλησή της, ὁ Κύριος ἀπαντᾶ καταφατικά. Δέχεται τὴ μετάνοια, ἀκούει τοὺς στεναγμούς, ὑπολογίζει τὰ δάκρυα, αἰσθάνεται τὸ θρῆνο, δὲν ἀγνοεῖ τὴν συντριβή. Ἡ στάση Τοῦ ξαφνιάζει. Κανεὶς δὲν τὴν περιμένει. Γιατὶ καὶ κανεὶς δὲν εἶχε μάθει μέχρι τότε πὼς σκέπτεται ὁ Θεός.

Τώρα γλυκοχαράζει στὸν ὁρίζοντα ἡ αὐγὴ τῆς Νέας Διαθήκης. Ἀπ᾿ τὸ ἕνα μέρος μαζί με τὴν ἁμαρτωλό, ὅλοι ἐμεῖς οἱ κατάδικοι, οἱ ἐξόριστοί του Παραδείσου, οἱ αἰχμάλωτοι τῶν παθῶν, προσμένουμε μὲ ἐλπίδα. Κι ἐκεῖ, πάνω ἀπ᾿ τὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ, ἀνατέλλει ὁ λαμπρὸς ἥλιος τῆς ἀγάπης ποὺ θὰ διαλύσει τὴν παγωνιὰ καὶ θὰ θερμάνει τὶς ψυχρὲς καρδιές. Ὅπως ἀνεβαίνει στὸ στερέωμα σιγὰ-σιγά, στέλνει τὶς ἀκτίνες τοῦ πρὸς ὅλους. Ὅλοι πρέπει νὰ μάθουν τί ἀξίζει ἡ γλυκιά του θαλπωρή. Κι ὅλοι πρέπει νὰ τρέξουν ν᾿ ἀποθέσουν, στοῦ ἥλιου αὐτοῦ τὴ θέα, τὸ βάρος τῆς ἐνοχῆς ποὺ τοὺς πιέζει.

Σήμερα, ἔπειτα ἀπὸ 20 αἰῶνες, ἡ πράξη τῆς ἁμαρτωλοῦ μᾶς συγκινεῖ. Καὶ μᾶς διδάσκει πόσον διαφορετικὰ κρίνει ὁ κόσμος καὶ πόσον διαφορετικὰ κρίνει ὁ Θεός. Κι εἶναι αὐτὸ τὸ πιὸ ἐλπιδοφόρο, τὸ πιὸ σημαντικὸ δίδαγμα γιὰ ὅλους μας.
Αναδημοσίευση από: nektarios.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου